Στόχοι διατήρησης σε τοπικό επίπεδο: Ένα σημαντικό βήμα για τη διαχείριση των περιοχών Natura 2000 στην Ελλάδα
Για πρώτη φορά καθορίζονται στη χώρα μας στόχοι διατήρησης για είδη και τύπους οικοτόπων ενωσιακού ενδιαφέροντος στις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ) και τους Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) του δικτύου Natura 2000, επιτυγχάνοντας έτσι ένα σημαντικό ορόσημο για την προστασία της βιοποικιλότητας και τη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών. Με τη θέσπιση στόχων διατήρησης σε τοπικό επίπεδο ενισχύεται με ουσιαστικό τρόπο η διαχείριση των περιοχών Natura, ενώ συγχρόνως η Ελλάδα εκπληρώνει μια σημαντική υποχρέωση εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας για τη φύση.
Πρόκειται για την ολοκλήρωση μιας σύνθετης και τεχνικά απαιτητικής διαδικασίας, η οποία υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου LIFE-IP 4 NATURA με ευθύνη του ΥΠΕΝ, αρμόδιας αρχής και συντονιστή δικαιούχου του έργου, και με συμμετοχή του Πράσινου Ταμείου, του ΟΦΥΠΕΚΑ και του Πανεπιστημίου Πατρών, εταίρων του έργου, καθώς και πλήθους ειδικών επιστημόνων.
Τι είναι οι στόχοι διατήρησης και πώς καθορίστηκαν;
Σύμφωνα με την οδηγία για τους οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ), οι στόχοι διατήρησης σε επίπεδο περιοχής είναι μια δέσμη ειδικά προσδιορισμένων στόχων που πρέπει να επιτευχθούν για είδη ή/και για τύπους οικοτόπων με σημαντική παρουσία σε μία περιοχή Natura 2000, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η περιοχή αυτή θα συμβάλλει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην επίτευξη του γενικού στόχου που είναι η ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης για είδη και τύπους οικοτόπων ενωσιακού ενδιαφέροντος στο κατάλληλο γεωγραφικό επίπεδο (εθνικό, βιογεωγραφικό, ευρωπαϊκό). Οι στόχοι διατήρησης θα πρέπει να βασίζονται στις οικολογικές απαιτήσεις των τύπων οικοτόπων και ειδών που απαντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή, καθώς και να είναι ποσοτικοί, μετρήσιμοι και ρεαλιστικοί.
Στο πλαίσιο του LIFE-IP 4 NATURA και της μεθοδολογικής προσέγγισης που υιοθετήθηκε, ορίστηκαν συγκεκριμένες παράμετροι που κρίθηκαν σημαντικές για τον προσδιορισμό τοπικών στόχων διατήρησης (ΣΔ) για τους τύπους οικοτόπων και τα είδη (π.χ. η έκταση, η δομή και οι λειτουργίες ενός οικοτόπου, ο πληθυσμός και το ενδιαίτημα ενός είδους) και οι αντίστοιχες μονάδες μέτρησής τους, λαμβάνοντας υπόψη τις οικολογικές απαιτήσεις των τύπων οικοτόπων και ειδών, τις απειλές και τους κινδύνους υποβάθμισης, καταστροφής ή όχλησης τους. Ακολούθως για κάθε παράμετρο, λαμβάνοντας υπόψη την υφιστάμενη κατάσταση ενός τύπου οικοτόπου ή είδους και με βάση την επάρκεια δεδομένων, προσδιορίστηκε η ποσοτική (αριθμητική) τιμή στόχος, δηλαδή η ελάχιστη επιθυμητή τιμή που συμβάλλει στη διατήρηση ή επίτευξη της ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης σε εθνικό ή βιογεωγραφικό επίπεδο για το συγκεκριμένο κάθε φορά προστατευτέο αντικείμενο. Αντίστοιχα ορίστηκε ο εξειδικευμένος στόχος ως “διατήρηση” ή “επίτευξη” της τιμής στόχου, ανάλογα με το εάν η τιμή στόχος έχει ήδη επιτευχθεί και πρέπει να διατηρηθεί ή χρειάζεται να επιτευχθεί στο μέλλον.
Σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Επιτροπής, επισημάνθηκαν ως “ανεπαρκή δεδομένα” όλες οι περιπτώσεις όπου τα κενά επιστημονικής γνώσης κατέστησαν αδύνατο τον προσδιορισμό της τιμής στόχου ή/και της εξειδίκευσης του στόχου. Σημειώνεται επίσης ότι της υποχρέωσης καθορισμού τοπικών ΣΔ εξαιρούνται οι τύποι οικοτόπων και τα είδη των οποίων η παρουσία σε μια περιοχή είναι μη σημαντική σύμφωνα με το τυποποιημένο έντυπο δεδομένων (δηλ. όλα τα είδη που αναφέρονται να έχουν αμελητέο μέγεθος και πυκνότητα πληθυσμού σε σχέση με τους πληθυσμούς που βρίσκονται εντός εθνικής επικράτειας και τους τύπους οικοτόπων που αναφέρονται να έχουν αμελητέα αντιπροσωπευτικότητα).
Οι ΣΔ διαμορφώθηκαν σε μορφή ειδικών πινάκων ταξινομημένων ανά τύπο οικοτόπου/ είδος και περιοχή Natura και προσαρτήθηκαν με τη μορφή παραρτήματος στην Απόφαση οικ. ΥΠΕΝ/ΔΔΦΠΒ/24776/985 “Καθορισμός στόχων διατήρησης φυσικών τύπων οικοτόπων του Παραρτήματος Ι και ειδών του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ σε Ειδικές Ζώνες Διατήρησης και Τόπους Κοινοτικής Σημασίας του εθνικού οικολογικού δικτύου NATURA 2000” (ΦΕΚ B’ 1807/22.03.2023).
Ο καθορισμός των στόχων στο πλαίσιο του έργου LIFE-IP 4 NATURA
Στην Ελλάδα, η πρώτη προσπάθεια για τον καθορισμό στόχων διατήρησης έγινε το 2015 ως μέρος του έργου της εποπτείας, χωρίς ωστόσο να καταλήξει στη θεσμοθέτησή τους. Κατόπιν συζητήσεων της χώρας με τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Environment), η επικαιροποίηση και θεσμοθέτησή τους εντάχθηκε ως διακριτή δράση στο LIFE-IP 4 NATURA κατά τη 2η φάση του έργου (Δεκέμβριος 2019) λόγω της σημασίας και της άμεσης προτεραιότητας που έπρεπε να δοθεί σε αυτό το εγχείρημα.
Για τον καθορισμό της μεθοδολογίας και ακολούθως των ίδιων των ΣΔ λήφθηκαν υπόψη οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προγενέστερες προτάσεις της Επιτροπής Φύση 2000, η 4η εξαετής έκθεση του Άρθρου 17 της οδηγίας για τους οικοτόπους, σύγχρονα δημοσιευμένα στοιχεία και αποτελέσματα έργων κ.ά. Καθόλη την υλοποίηση του εγχειρήματος έγιναν επικοινωνίες και συναντήσεις της ομάδας εργασίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την παροχή επιπλέον κατευθύνσεων, καθώς επίσης και επικοινωνίες με άλλες χώρες για ανταλλαγή πληροφοριών, εκτενής βιβλιογραφική ανασκόπηση και συμμετοχή σε ειδικά σεμινάρια της Επιτροπής.
Κατά την αρχική φάση της δράσης, το Πράσινο Ταμείο και το Πανεπιστήμιο Πατρών, εταίροι του έργου, ανέθεσαν σε ειδικούς επιστήμονες-αναδόχους την εκπόνηση καθορισμού ΣΔ για τις ευρύτερες ταξινομικές ομάδες των προστατευτέων αντικειμένων (θαλάσσιοι και χερσαίοι τύποι οικοτόπων, είδη ιχθυοπανίδας, θηλαστικών, ασπόνδυλων, είδη χλωρίδας, αμφίβια και χερσαία ερπετά, θαλάσσια θηλαστικά/ ερπετά). Μετά από αξιολόγηση και την παροχή περαιτέρω κατευθύνσεων από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οριστικοποιήθηκε η μεθοδολογία και υλοποιήθηκαν νέες εργασίες τόσο από τους αναδόχους, όσο και εκ μέρους της ομάδας εργασίας του έργου.
Σε αυτό το σημαντικό για τη χώρα εγχείρημα συνέβαλαν σημαντικά -εκτός από τους αναδόχους- πάνω από 60 ειδικοί επιστήμονες από ερευνητικά ινστιτούτα, πανεπιστημιακά ιδρύματα και ΜΚΟ, με εξειδίκευση σε επίπεδο είδους/ τύπου οικοτόπου ή σε επίπεδο γεωγραφικής περιοχής, καθώς και οι Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών του ΟΦΥΠΕΚΑ, με σκοπό την ενίσχυση της ολοκληρωμένης προσέγγισης και την εξασφάλιση της πλέον επικαιροποιημένης γνώσης. Επίσης σημαντική ήταν η συμβολή της Επιτροπής Φύση 2000, η οποία εξέτασε το σχέδιο της απόφασης, πραγματοποίησε τεχνικές συναντήσεις με την ομάδα εργασίας, διατύπωσε σχόλια και προτάσεις και τέλος γνωμοδότησε θετικά επί του τελικού σχεδίου απόφασης πριν από την έκδοση του σχετικού ΦΕΚ από το ΥΠΕΝ.
Τα επόμενα βήματα
Με την κατάρτιση και θεσμοθέτηση των στόχων διατήρησης για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 καθίσταται αποτελεσματικότερος ο καθορισμός μέτρων διατήρησης αλλά και η δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίων και έργων σε ΕΖΔ/ΤΚΣ, ενώ συγχρόνως καλύπτεται σε σημαντικό βαθμό ένα μείζον κενό εφαρμογής της οδηγίας για τους οικοτόπους.
Την ίδια σκοπιμότητα θα εξυπηρετήσει και η επικείμενη θεσμοθέτηση στόχων διατήρησης για τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της οδηγίας για τα άγρια πτηνά (2009/147/ΕΚ) και συγκεκριμένα για τα είδη πτηνών του Παραρτήματος Ι και τα αποδημητικά είδη πτηνών με τακτική έλευση, τα οποία έχουν σημαντική παρουσία στις ΖΕΠ. Πρόκειται για το β’ σκέλος της ίδιας δράσης του LIFE-IP 4 NATURA, το οποίο υλοποιήθηκε από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και αναμένεται να οριστικοποιηθεί το επόμενο διάστημα, για να ακολουθήσει η έκδοση αντίστοιχου ΦΕΚ από το ΥΠΕΝ.
Σημειώνεται τέλος ότι, παρά το σημαντικό βήμα που έγινε στο πλαίσιο του έργου LIFE-IP 4 NATURA, απαιτούνται πρόσθετες προσπάθειες προκειμένου να καλυφθούν πλήρως τα κενά γνώσης που δεν επιτρέπουν τον καθορισμό στόχων διατήρησης για το σύνολο των τύπων οικοτόπων και των ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΖΔ/ΤΚΣ και ΖΕΠ. Τα κενά αυτά αναμένεται να καλυφθούν μέσω νέων επιστημονικών προγραμμάτων και έργων όπως π.χ. το υπό υλοποίηση έργο της εποπτείας.